Wednesday, April 11, 2012

“Βασικά, είμαι Έλληνας” ....

Ακούσια ακολούθησε τη συμβουλή της Βιρτζίνια Γουλφ προς επίδοξους συγγραφείς «μην εκδώσετε βιβλίο πριν από τα 30» και με αργούς, αλλά άκρως αποτελεσματικούς, ρυθμούς εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, το περίφημο «Αυτόχειρες παρθένοι», σε ηλικία 33 ετών, ενώ ακολούθησαν τα επόμενα δύο με χρονική απόσταση εννέα χρόνων το ένα από το άλλο.
Οχι ότι δεν έχει και άλλες έγνοιες στο κεφάλι του. Διδάσκει στο Τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Πρίνστον από το 2007, στο μεταξύ εξέδωσε και το βιβλίο «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε» (εκδ. Libro), στο οποίο σταχυολόγησε διηγήματα συγγραφέων με θέμα τον έρωτα και την αγάπη. Οσοι αγάπησαν το βραβευμένο με Πούλιτζερ «Middlesex: Ανάμεσα στα δύο φύλα» (εκδ. Libro), με πρωταγωνίστρια την ερμαφρόδιτη Καλλιόπη Στεφανίδη, περίμεναν με αγωνία την επιστροφή του κατά τα φαινόμενα τελειομανούς Ευγενίδη.
Ηγγικεν η ώρα λοιπόν.....
Το καινούργιο βιβλίο του, «The Μarriage Ρlot» (εκδ. Farrar, Straus and Giroux), βρίσκεται πλέον στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Και μολονότι στα δύο προηγούμενα βιβλία του ο τίτλος μαρτυρούσε ξεκάθαρα τις προθέσεις του συγγραφέα, στο συγκεκριμένο απαιτείται μια σύντομη επεξήγηση. Στα αγγλικά ο όρος «marriage plot» αναφέρεται στα μυθιστορήματα κυρίως του 19ου αιώνα, στα οποία η πλοκή περιστρέφεται γύρω από τις περιπέτειες που προηγούνται ή και κάποιες φορές έπονται της πολυπόθητης ένωσης των πρωταγωνιστών ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Σε αυτό το πολυεπίπεδο πόνημα του Ευγενίδη, το οποίο ξεκινά σαν να πρόκειται για «ένα βιβλίο για άλλα βιβλία» εξυφαίνεται σταδιακά ένα ερωτικό τρίγωνο μεταξύ των τριών πρωταγωνιστών, αλλά και των αγαπημένων τους κειμένων: λογοτεχνία του 19ου με το marriage plot της, σημειωτική και στρουκτουραλισμός και θεολογία.
Στο κάδρο μπαίνουν σύντομα και η μανιοκατάθλιψη, η Ινδία αλλά και η Αθήνα της δεκαετίας του ’80 με «τις πορείες διαμαρτυρίας που οργανώνονταν αδιάλειπτα». Δεν είναι εύκολο να συνοψίσεις σε δύο γραμμές την πλοκή του νέου βιβλίου του 52χρονου Ευγενίδη, όπως δεν είναι εύκολο να διαπεράσεις τη συγκροτημένη υπόσταση του αμερικανού συγγραφέα με το ελληνικότατο όνομα και να του αποσπάσεις μια βαθιά εξομολόγηση. Ήρεμα, με πλήρη έλεγχο των εκφραστικών του μέσων και χωρίς εξάρσεις, τονικές ή συναισθηματικές, μας μίλησε στο άψογα διαρρυθμισμένο και εξαιρετικά καλόγουστα διακοσμημένο σπίτι του στο Πρίνστον και, μόλις τελείωσε η συνέντευξη, επέδειξε μια μικρή ανυπομονησία όταν ρώτησε με γνήσιο ενδιαφέρον: «Πείτε μου, πώς είναι η κατάσταση στην Ελλάδα...».
  • Στην αρχή του βιβλίου μάς βάζετε στο κλίμα παραθέτοντας τη ρήση του γάλλου συγγραφέα Φρανσουά ντε λα Ροσφουκώ, «οι άνθρωποι δεν θα ερωτεύονταν ποτέ αν δεν είχαν ακούσει να γίνεται λόγος για τον έρωτα». Δεν είναι λίγο αφοριστική η ρήση, δεδομένου ότι και αυτοί που γράφουν για τον έρωτα μάλλον τον έχουν ήδη βιώσει;
 «Ισχύουν και τα δύο. Πρέπει να βιώσεις τον έρωτα για να μπορέσεις να γράψεις για αυτόν. Αυτά που συμβαίνουν στους ήρωές μου στο βιβλίο είναι λίγο-πολύ εναρμονισμένα με αυτά που παρατήρησα ότι συνέβησαν στη δική μου ζωή. Αυτό που με ενδιέφερε να δείξω ήταν ο τρόπος με τον οποίο η ανάγνωση επηρεάζει τις προσδοκίες των ανθρώπων σχετικά με τον έρωτα και τις μεγάλες αποφάσεις που λαμβάνουν στη ζωή. Η απόφαση να παντρευτούν ή το ποιον θα παντρευτούν. Ξαφνικά, κάτι που πιστεύεις ότι είναι εντελώς αθώο, όπως η ανάγνωση ενός μυθιστορήματος, συνειδητοποιείς ότι τελικά έχει πολύ μεγαλύτερες συνέπειες στη ζωή σου».
  • Έχουν τα βιβλία τόση δύναμη;
 «Πιστεύω πως ναι. Ολοι πορευόμαστε με μεγάλες δόσεις ψευδαισθήσεων στη ζωή μας. Μέρος τους είναι απόρροια όλων των επινοημένων ιστοριών με τις οποίες έχουμε έρθει σε επαφή. Κάποτε ήταν τα μυθιστορήματα, σήμερα είναι συνήθως οι ρομαντικές κομεντί. Ο τρόπος με τον οποίο πολύς κόσμος μιλάει για τη ζωή του δεν βασίζεται τόσο σε ρεαλιστικά όσο σε χιμαιρικά δεδομένα».
  • Σας ενδιέφερε να διερευνήσετε κατά πόσον το «Σενάριο γάμου» μπορεί να ενταχθεί στο μυθιστόρημα του 21ου αιώνα;
«Η ιδέα για το βιβλίο προήλθε από το ότι με έθλιβε το γεγονός πως δεν μπορούσα να γράψω ένα “σενάριο γάμου” με τον τρόπο που το έκανε ο Χένρι Τζέιμς ή ο Λέων Τολστόι. Τότε που ο γάμος ήταν όχι μόνο το σημαντικό γεγονός στη ζωή μιας γυναίκας, αλλά το πλέον καθοριστικό. Διότι όταν διάλεγες έναν σύζυγο δεν μπορούσες να ξεφύγεις εύκολα από την απόφασή σου. Το να απαγκιστρωθείς από αυτήν ήταν είτε αδύνατο είτε σήμαινε ότι θα σου συμβούν τρομερά πράγματα. Οπως στην περίπτωση “Αννα Καρένινα”. Αυτά είναι πολύ δυνατά μυθιστορήματα και θα ευχόμουν να είχα ένα τέτοιο θέμα να γράψω, αλλά προφανώς δεν είναι διαθέσιμο για τον σύγχρονο μυθιστοριογράφο. Εχουν αλλάξει πολλά. Σήμερα η Αννα Καρένινα απλώς θα έπαιρνε διαζύγιο. Και πολύ εύκολα θα έπαιρνε αρκετά χρήματα από τον άνδρα της και θα ζούσε κάπου με τον εραστή της. Οπότε, δεν μπήκα καν στον κόπο να φανταστώ ότι θα μπορούσα να γράψω ένα αντίστοιχο σύγχρονο μυθιστόρημα, επειδή ήξερα ότι ήταν αδύνατο. Διαπίστωσα ωστόσο πως υφίσταται ακόμη το “σενάριο γάμου”, χωρίς όμως πλέον να περιορίζει τις επιλογές στη ζωή μας. Υπάρχει ενός είδους σενάριο το οποίο εκτυλίσσεται στο μυαλό μας, καθώς πιστεύουμε ότι θα βρούμε το άτομο εκείνο που θα μας συμπληρώσει και θα είναι το τέλειο ταίρι για εμάς. Δεν είναι η κοινωνία ούτε η θρησκεία που θέτει τους κανόνες. Πρόκειται για μια εσωτερική προσδοκία. Αυτό το ανακάλυψα γράφοντας το βιβλίο, γι’ αυτό πιστεύω ότι εν μέρει εμπεριέχει το σύγχρονο “σενάριο γάμου”. Όταν ξεκίνησα, γνώριζα μόνο ότι θέλω να γράψω για νέους ανθρώπους οι οποίοι μόλις αποφοίτησαν και προσπαθούν να καταλάβουν ποιοι είναι, τι θα κάνουν με τη ζωή τους και ποιον θα αγαπήσουν».
  • Οι οποίοι, δηλαδή, βιώνουν «το δράμα της ενηλικίωσης», μια θεματική κατεύθυνση την οποία οι κριτικοί διακρίνουν και στα υπόλοιπα βιβλία σας.
«Ποτέ δεν είδα τα βιβλία μου με τέτοιο τρόπο. Θέλουν να απλουστεύουν τα πάντα και προσφεύγουν σε κατηγοριοποιήσεις. Δεν ξέρω καν τι θα πει “δράμα ενηλικίωσης”, διότι ποτέ δεν έφτασα σε ένα σημείο στη ζωή μου όπου είπα: “Α! Επιτέλους ενηλικιώθηκα”. Σίγουρα, όμως, θυμάμαι πως όταν διένυα τη δεκαετία των 20, τουλάχιστον στην αρχή, βίωνα αγωνία και επίσης θυμάμαι ότι αυτά είναι ενδιαφέροντα χρόνια για τα οποία μπορεί να γράψει κανείς. Γιατί συνήθως τότε οι άνθρωποι είναι μπερδεμένοι, γεμάτοι πάθη και καλούνται να πάρουν πολύ σημαντικές αποφάσεις».
  • Και όσον αφορά τη διπολική διαταραχή; Τι σας ώθησε να διερευνήσετε και να περιγράψετε με τόση λεπτομέρεια αυτή την πάθηση;
«Υποθέτω επειδή συνάντησα πολλές γυναίκες οι οποίες έβγαιναν με άνδρες οι οποίοι ήταν μανιοκαταθλιπτικοί, ιδίως όταν ήμουν στο κολέγιο. Μιλούσαν για αυτούς με τρόπο που μου κέντριζε το ενδιαφέρον. Ηταν συναρπαστικοί, αλλά και εξαιρετικά δύσκολοι. Η ιδέα στο μυαλό μου ήταν ότι η ηρωίδα μου θα είχε δεσμό με τον καλύτερο και ταυτόχρονα τον χειρότερο άνδρα που θα μπορούσε να έχει. Δεν ήξερα πολλά για τη μανιοκατάθλιψη. Δεν έχω προσωπική εμπλοκή με τη συγκεκριμένη ασθένεια, δεν ξέρω κανέναν που να πάσχει από αυτήν και ούτε γνώρισα κάποιον προκειμένου να γράψω για αυτήν. Γνωρίζω ανθρώπους που έπασχαν από κατάθλιψη, αλλά όχι στον βαθμό της μανίας».
  • Και η ηρωίδα σας πιστεύει κάποια στιγμή ότι πάσχει από κατάθλιψη. Δεν ισχύει κάτι αντίστοιχο με αυτό που λέει ο Λα Ροσφουκώ για τον έρωτα, ότι δηλαδή αν δεν είχαμε ακούσει και διαβάσει τόσο πολλά για την κατάθλιψη, δεν θα την επικαλούμασταν με την ευκολία που γίνεται στις μέρες μας;
«Το πιστεύω αυτό. Ερχόμαστε σε επαφή με ιδέες και αποφασίζουμε να τις εφαρμόσουμε στον εαυτό μας. Το βλέπω και στην κόρη μου. Τα παιδιά λένε “έχω τόσο στρες”. Εμείς ως παιδιά δεν το λέγαμε ποτέ αυτό. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά πιστεύω ότι δημιουργούμε ιδεοληψίες για όσα αισθανόμαστε ανάλογα με το τι μας λένε. Όσον αφορά την κατάθλιψη, διάβαζα τις προάλλες στην εφημερίδα “The New York Times” ότι σκέφτονται να αλλάξουν τον ορισμό της κατάθλιψης στο DSM (Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών), προκειμένου να περιλαμβάνει και τη θλίψη, έτσι ώστε οι άνθρωποι που είναι τεθλιμμένοι να δικαιούνται συνταγογράφησης για αντικαταθλιπτικά χάπια. Στην Αμερική θεωρείται δεδομένο ότι κάθε άνθρωπος έχει γνωρίσει την κατάθλιψη σε κάποια φάση της ζωής του και αυτό με βοήθησε να τρυπώσω στο μυαλό του ήρωά μου, του Λέοναρντ. Να ανατρέξω σε αυτές τις στιγμές που μπορεί να βιώσει κανείς, οι οποίες είναι όσο πιο συγγενικές γίνεται με την κατάθλιψη ή τη μανία. Η κλινική κατάθλιψη είναι κάτι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε έχω βιώσει εγώ στη ζωή μου, ακόμη και στα χειρότερά μου. Είναι σαν να φτάνεις στην άκρη του γκρεμού και να ρίχνεις μια ματιά σε αυτή την ερεβώδη χώρα που απλώνεται μπροστά σου»........ολόκληρο το άρθρο στο neoskosmos com

No comments :

Post a Comment

Only News

Featured Post

“The U.S. must stop supporting terrorists who are destroying Syria and her people" : US Congresswoman, Tulsi Gabbard

US Congresswoman, Tulsi Gabbard, recently visited Syria, and even met with President Bashar Al-Assad. She also visited the recently libe...

Blog Widget by LinkWithin